Όπως έγραψα στο προηγούμενο post λοιπόν,
προχθές ξενύχτησα για πολύ καλό λόγο, αφού έπρεπε να κάνω την αντιφώνηση κατά
την ανακήρυξή μου ως εταίρο του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών και Μελετών
«Ελευθέριος K. Βενιζέλος». Ελπίζω ότι το skype και η κάμερα του λάπτοπ μου
εξασφάλισαν αρκετή απόσταση ώστε να μην φαίνεται το πόσο συγκινημένος ήμουν.
Ακολουθεί η αντιφώνησή μου, για όποιον
ενδιαφέρεται να την διαβάσει:
Ως
παιδί μεγαλωμένο μέσα στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα, έμαθα ελάχιστα για τον
Βενιζέλο στο σχολείο. Ακόμα και τα λίγα παραπάνω που έμαθα ως Χανιώτης, που το
σπίτι μου απείχε λίγες εκατοντάδες μέτρα από το δικό του, δεν έφταναν για να
μπορώ να σταθώ σε οποιαδήποτε συζήτηση τον αφορούσε. Το ίδιο ίσχυε για όλους
σχεδόν τους συνομηλίκους μου. Σε μια χώρα όμως όπου τα δανεικά λεφτά έμοιαζαν
να κρέμονται από τα κλαδιά των δέντρων, εκεί γύρω στο 2001, αυτό δεν φαινόταν
να είναι και μεγάλο πρόβλημα για την γενιά μου, ούτε για τις μεγαλύτερες γενιές
– ποιος ν’ ασχοληθεί με τον Βενιζέλο όταν χτυπάει το τηλέφωνό του τακτικά, από
τις τράπεζες που θέλουν να του προσφέρουν το καινούργιο διακοποδάνειο;
Ήμουν
τυχερός για δύο λόγους. Ο ένας ήταν ότι είχα μόλις γνωρίσει, χάρη στα βιβλία
μου που είχαν εκδοθεί μέχρι τότε, κάποιους πολύ σημαντικούς ανθρώπους του
ελληνικού πολιτισμού αλλά και πολύ σημαντικούς ανθρώπους σκέτο. Ανθρώπους που
ένιωθα δέος και μόνο επειδή καθόμουν στο ίδιο τραπέζι μαζί τους. Πιάναμε
κουβέντα για πολλά θέματα, ανάμεσα στα οποία και η πολιτική, και όταν
αναφέρθηκε 2-3 φορές το όνομα του Βενιζέλου άρχισα να νιώθω περίεργα. Ήξερα
τόσο λίγα γι’ αυτόν ώστε η άγνοιά μου ήταν ενοχλητική για μένα – αν με ρωτούσαν
οι καινούργιοι μου φίλοι οτιδήποτε ουσιώδες, δεν θα ήξερα να το απαντήσω.
Ο
δεύτερος λόγος που ήμουν τυχερός ήταν ότι, χάρη στους γονείς μου, είχα στο
σπίτι μου μια μεγάλη βιβλιοθήκη που περιείχε άφθονα βιβλία και περιοδικά που
μιλούσαν για τον Βενιζέλο, την εποχή και την δράση του.
Έτσι
άρχισα να διαβάζω.
Κι
όσο διάβαζα, τόσο περισσότερο γοητευόμουν αλλά και τόσο περισσότερο μου
γεννιούνταν ερωτήσεις για τις σημαντικές στιγμές της πολιτικής του διαδρομής
και της προσωπικής του ζωής. Επειδή κανένα από τα βιβλία που διάβασα δεν
μπορούσε να μου απαντήσει σε αυτές τις ερωτήσεις, προσπάθησα να τις απαντήσω
εγώ μέσα από το θεατρικό έργο που έγραψα αρχικά και τιμήθηκε με κρατικό βραβείο
από το υπουργείο Πολιτισμού και από το μυθιστόρημα που έγραψα στην συνέχεια,
για την ζωή του Ελευθέριου Βενιζέλου. Και στα δύο έργα έμεινα όσο κοντύτερα
μπορούσα στην ιστορική αλήθεια, προσθέτοντας την μυθοπλασία μόνο στα
«ανεξήγητα» για μένα κομμάτια της ζωής του. Νιώθω πολύ χαρούμενος που το «Όταν
ήταν ευτυχισμένος», που εκδόθηκε το 2013, αγαπήθηκε από πολύ κόσμο – ενημερώθηκα
μάλιστα πριν λίγες μέρες από τις εκδόσεις Πατάκη ότι η 3η έκδοση
εξαντλήθηκε και ετοιμάζεται η 4η έκδοση. Νιώθω πολύ χαρούμενος
επειδή ελπίζω ότι η συνεχιζόμενη επιτυχία του βιβλίου θα δώσει την ευκαιρία να
γοητευτούν από το μυαλό και την δράση, από τους θριάμβους αλλά και τα λάθη του
μεγαλύτερου Έλληνα πολιτικού κι άλλοι αναγνώστες, οι οποίοι μπορεί στην
συνέχεια να αναζητήσουν κι άλλες πηγές για τον Βενιζέλο.
Να
πω, κλείνοντας, το εξής. Λόγω της έντασης της δεκαετίας 1910-1920, με τις
τεράστιες επιτυχίες του Βενιζέλου αλλά και τον εθνικό διχασμό, πολλοί βάζουν σε
δεύτερη μοίρα την τετραετία 1928-1932. Για μένα, η τετραετία αυτή της
διακυβέρνησης του Βενιζέλου, με την Ελλάδα διαλυμένη και την παγκόσμια
οικονομία σε κρίση, είναι η σημαντικότερη σε πολιτικό έργο τετραετία που έχει
ζήσει η χώρα τον τελευταίο αιώνα. Και καλό θα είναι τώρα μέσα στην κρίση οι
σημερινοί μας πολιτικοί όλων των κομμάτων να μελετήσουν εκείνη την τετραετία,
ώστε να διδαχθούν από αυτήν. Ο λαός έχει τεράστιες ευθύνες για το ποιους επιλέγει
να τον κυβερνήσουν, αλλά έχει και την ανάγκη να αρθούν οι ηγέτες του πάνω από
τους εαυτούς τους, για να τον καθοδηγήσουν. Ο Ελευθέριος Βενιζέλος έκανε πράξη,
στο μεγαλύτερο μέρος της πολιτικής του διαδρομής, αυτό που έγραψε ο Ελύτης:
«κάνε άλμα πιο γρήγορο από τη φθορά».
Ευχαριστώ
πολύ το ίδρυμα για την μεγάλη τιμή που μου κάνει σήμερα, της οποίας ελπίζω ότι
θα φανώ αντάξιος.
No comments:
Post a Comment