Πριν 20 χρόνια, έναν χειμώνα στα
Χανιά, η δημοσιογράφος Κατερίνα Πολύζου και ο κριτικός κινηματογράφου Κώστας
Κωνσταντινίδης πήραν μια αδιανόητη, για τα ελληνικά δεδομένα, απόφαση.
Η απόφασή τους μου άλλαξε τη ζωή.
Η απόφασή τους, επίσης, ευθύνεται
σε μεγάλο βαθμό για το Show Business, το καινούργιο μυθιστόρημα που γράψαμε με τον
Ανδρέα Θωμόπουλο και εκδόθηκε σήμερα.
Πριν 20 χρόνια λοιπόν η Κατερίνα
και ο Κώστας διοργάνωσαν ένα σπουδαίο φεστιβάλ κινηματογράφου στα Χανιά.
Κατάφεραν να πείσουν όλη σχεδόν την αφρόκρεμα του ελληνικού
σινεμά να κατέβει για λίγες μέρες στην Κρήτη και να συμμετέχουν σε προβολές,
συζητήσεις, σεμινάρια. Πολύ μεγάλο γεγονός για τα Χανιά.
Μέσα στα τόσα μεγάλα ονόματα υπήρχε ένα όνομα που ξεχώριζε. Ο σημαντικότερος σκηνοθέτης της «χρυσής εποχής» του ελληνικού κινηματογράφου, ο Ντίνος Δημόπουλος θα συμμετείχε στο φεστιβάλ. Είχε σκηνοθετήσει τα πάντα, από κωμωδίες που δεν θα ξεχάσουμε ποτέ (η υποψήφια για Χρυσό Φοίνικα στις Κάννες «Μανταλένα», «Μια τρελή τρελή οικογένεια», «Δεσποινίς Διευθυντής», «Τζένη Τζένη», «Οι κυρίες της αυλής», «Ο Θόδωρος και το δίκαννο», «Κάτι κουρασμένα παλικάρια», «Μια Ιταλίδα απ’ την Κυψέλη», «Η αρχόντισσα και ο αλήτης», «Τζο ο τρομερός») μέχρι δράματα που έσπασαν τα ταμεία («Λόλα», «Κατηγορώ τους ανθρώπους», «Κοινωνία ώρα μηδέν», «Το αμαξάκι», «Κοντσέρτο για πολυβόλα», «Η δασκάλα με τα ξανθά μαλλιά»). Σαν να μην έφταναν αυτά, ήταν πολυβραβευμένος για την δουλειά του ως σκηνοθέτης και συγγραφέας στο θέατρο και, τα τελευταία χρόνια είχε γίνει και μπεστσελερίστας συγγραφέας παιδικών βιβλίων τα οποία εκδίδονταν από τις εκδόσεις Πατάκη.
Η Κατερίνα και ο Κώστας, λοιπόν,
ήθελαν στα πλαίσια του φεστιβάλ να γίνει παρουσίαση των πιο πρόσφατων βιβλίων
του Δημόπουλου, ανάμεσα στα οποία ήταν και η αυτοβιογραφία του, μέσα στην οποία
αναφερόταν στις συνεργασίες του, στην Φίνος Φιλμ, με τα μεγαλύτερα ονόματα του
ελληνικού σινεμά αλλά και στην ζωή του μέσα στο θέατρο.
Οι περισσότεροι πνευματικοί
άνθρωποι των Χανίων – και οποιασδήποτε άλλης πόλης της Ελλάδας – θα σπρώχνονταν
για να έχουν την ευκαιρία να παρουσιάσουν εκείνοι τον Δημόπουλο. Η Κατερίνα και
ο Κώστας αποφάσισαν πως ο καταλληλότερος για να παρουσιάσει αυτό το ιερό τέρας
ήταν ένας 26χρονος Χανιώτης συγγραφέας που είχαν μεν εκδοθεί 3 βιβλία του με
συμπαθητική απήχηση μέχρι τότε, αλλά… τον Δημόπουλο; Ο μπέμπης; Στην Ελλάδα,
όπου αν δεν πατήσεις τα 45-50 κανείς δεν σε παίρνει στα σοβαρά ως πνευματικό
άνθρωπο;
Με απόλυτη άγνοια κινδύνου και
χωρίς να ξέρουν ότι ο Δημόπουλος ήταν ίνδαλμα για μένα, μου πρότειναν την
παρουσίαση για να δώσω την οπτική της δικής μου γενιάς για την δουλειά του
Ντίνου. Άρχισα να δουλεύω νύχτα-μέρα, ξεψάχνισα τα βιβλία, σκέφτηκα δέκα φορές
την κάθε λέξη και οι μέρες πέρασαν και φτάσαμε στην παραμονή της παρουσίασης,
που θα γινόταν την πρώτη μέρα του φεστιβάλ. Εκείνο το βράδυ, η Κατερίνα είχε
καλεσμένο στην τηλεοπτική της εκπομπή τον Δημόπουλο, που είχε μόλις φτάσει από
την Αθήνα, για να μιλήσουν για το φεστιβάλ και για τις ταινίες του φυσικά. Κλείνοντας
την συνέντευξη, γυρίζει και του λέει – live, στην
τηλεόραση! «Και σας έχω και μια έκπληξη για αύριο το απόγευμα – ξέρετε ποιος θα
σας παρουσιάσει;». Την άκουσα και πάγωσα. Τι
«ποιος θα τον παρουσιάσει», ρε Κατερίνα, θα μας τρελάνεις; σκέφτηκα. Κι
ακούω τον Δημόπουλο να της απαντάει, «Ναι, μου είπες γι’ αυτό τον τρομερό
πιτσιρικά, περιμένω πως και πώς να τον γνωρίσω».
Κι έτσι, με λίγες λέξεις, το
άγχος μου εκατονταπλασιάστηκε. Για να το αντιμετωπίσω, σκέφτηκα πως το καλύτερο
που είχα να κάνω ήταν να μην τον δω μπροστά μου για πρώτη φορά την στιγμή της
εκδήλωσης, να πάω να γνωριστούμε νωρίτερα. Ήξερα ότι το πρωί ο Ντίνος θα
παρουσίαζε βιβλία του σε παιδιά που θα έρχονταν να τον γνωρίσουν στην
βιβλιοθήκη του Δημοτικού Κήπου. Πήγα νωρίς-νωρίς και τον βρήκα μόνο εκεί, μαζί
με δύο βιβλιοθηκονόμους. Τον πλησίασα, καλημέρισα, του είπα μέσα από τα δόντια
μου ότι θα παρουσιάσω τα βιβλία του το απόγευμα και… κούνησε το κεφάλι, μου
είπε «ωραία, ωραία» και αμέσως έστρεψε την προσοχή του στην επόμενη ερώτηση
μιας βιβλιοθηκονόμου.
Εντάξει,
λογικό, σκέφτηκα. Ο
άνθρωπος ήθελε να είναι ευγενής στην τηλεόραση χθες, και έκανε πως
ενδιαφερόταν. Άντε, να γίνει η παρουσίαση το απόγευμα, να τελειώνουμε.
Πριν την απογευματινή παρουσίαση
όμως, υπήρχε η πρωινή στην οποία είχαν μόλις καταφθάσει τα παιδιά του δημοτικού
που θα μιλούσαν μαζί του όπως και η γυναίκα του, ηθοποιός Φλωρέττα Ζάννα κι
έτσι δεν μπορούσα να φύγω. Έμεινα, τον είδα να μαγεύει τα παιδιά, τελείωσε η
παρουσίαση, σηκώθηκα να φύγω και περνώντας μπροστά από την Φλωρέττα, που με
κοίταζε με περιέργεια, αποφάσισα να της συστηθώ.
«Ω, εσύ είσαι! Έχουμε ακούσει
τόσα για σένα!» μου είπε με ενθουσιασμό κι αμέσως φώναξε στον Ντίνο.
«Ντίνο, ξέρεις ποιος είναι
αυτός;»
«Ναι…» της είπε διστακτικά ο
Ντίνος.
«Είναι ο Κουτσάκης, που θα
παρουσιάσει τα βιβλία σου το απόγευμα» του απάντησε η Φλωρέττα και ξαφνικά είδα
ένα τεράστιο χαμόγελο να σχηματίζεται στο πρόσωπο του Ντίνου.
«Εσύ είσαι ο πιτσιρικάς;» μου
είπε και με έπιασε γερά από τον ώμο.
Αυτό που δεν μπορούσα να
φανταστώ, βλέποντάς τον να είναι σε καταπληκτική σωματική και διανοητική
κατάσταση στα 79 του, ήταν ότι η ακοή του δεν ήταν στο 100% και, όπως του είχα
μιλήσει μέσα από τα δόντια μου, δεν είχε καταλάβει ποιος ήμουν.
Κάτσαμε λίγο ακόμα στην
βιβλιοθήκη και τα λέγαμε, αλλά το παραμύθι μου είχε μόλις ξεκινήσει. Φεύγοντας,
εκεί που ετοιμαζόμασταν να χωρίσουμε τους δρόμους μας μέχρι το απόγευμα, ο
Ντίνος και η Φλωρέττα μου είπαν ότι σκόπευαν να κατέβουν με τα πόδια μια βόλτα
μέχρι το ενετικό λιμάνι των Χανίων και αν δεν είχα κάτι άλλο να κάνω, αν ήθελα
να πάω μαζί τους.
Σαν τι δηλαδή θα είχα καλύτερο να
κάνω;
Περάσαμε σχεδόν όλο το μεσημέρι
μαζί, και το απόγευμα, στην παρουσίαση, η καρδιά μου συντονίστηκε με το μυαλό
μου και με όλη την δουλειά που είχα κάνει και όλα πήγαν όπως έπρεπε να πάνε.
Τις επόμενες ημέρες, ήμασταν
αχώριστοι στις εκδηλώσεις του φεστιβάλ και σε μία από τις εκδηλώσεις ένας άλλος
σκηνοθέτης, καθώς μιλούσε με τον Ντίνο τον ρώτησε αν είχε μεταφορικό μέσο για
να πάει στην επόμενη εκδήλωση. Εγώ προσφέρθηκα να τους πάω με το αυτοκίνητό
μου, χωρίς να έχω καταλάβει μέχρι να μας συστήσει ο Ντίνος ότι αυτός που θα
έβαζα στο αμάξι μου ήταν ο Ανδρέας Θωμόπουλος, δημιουργός πάμπολλων ταινιών και
σειρών που αγαπούσα πολύ και συνθέτης/στιχουργός του «Να μ’ αγαπάς», που
τραγούδησε ο Παύλος Σιδηρόπουλος.
Μέσα στα επόμενα δύο χρόνια,
βρέθηκα να ανεβοκατεβαίνω συνέχεια Χανιά-Αθήνα, να μένω τακτικά στο σπίτι του
Ανδρέα και της γυναίκας του Ηρώς Βαρσαμή, προέδρου των Γιατρών του Κόσμου, να
πηγαίνω σε θέατρα, σινεμά και κάθε είδους καλλιτεχνικές εκδηλώσεις με τον Ντίνο
και την Φλωρέττα, μέχρι και στο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης όπου ο Ντίνος τιμήθηκε με
τον Χρυσό Αλέξανδρο, να κάνω ατέλειωτες κουβέντες που μου άνοιξαν το μυαλό, να
συνεργάζομαι σε σενάρια με τον Ανδρέα.
Μια φίλη μου, που ασχολιόταν με
τα ζώδια, με είχε ρωτήσει πώς τα καταφέρνουμε, ο Ντίνος, ο Ανδρέας και εγώ,
τρεις Λέοντες, να συνυπάρχουμε και να τα βρίσκουμε. Εγώ, που δεν ασχολιόμουν με
τα ζώδια, αναρωτιόμουν πώς γινόταν αυτοί οι άνθρωποι, δύο θηρία της τέχνης
τους, να κάνουν παρέα μ’ εμένα που ήμουν για τα θηρία. Ίσως να τους εντυπωσίαζε
το ότι, αφού μου έφυγε το αρχικό άγχος όταν τους γνώρισα, είχα ξαναβρεί την
εντελώς αβάσιμη τεράστια αυτοπεποίθησή μου και συμπεριφερόμουν σαν να είναι
πολύ φυσιολογικό το ότι βρίσκομαι στην παρέα τους. Ίσως να έψαχναν, με βαθιά
περιέργεια, να λύσουν το μυστήριο από πού μπορεί να πήγαζε τόση σιγουριά. Την
περίπτωση να ήμουν απλώς βλαμμένος δεν την εξέταζαν.
Ένα από τα σενάρια που δουλέψαμε
με τον Ανδρέα (τον οποίο ο Ντίνος, έμαθα πολύ αργότερα, ενθάρρυνε να δουλέψει
μαζί μου) είχε τίτλο “Show Business”. Δεν μας προέκυψε, ως ταινία, αλλά χρόνια
αργότερα είπα στον Ανδρέα πως είχα μερικές ιδέες για να το αλλάξουμε δραστικά,
να μεγαλώσει πολύ η υπόθεση και να το κάνουμε μυθιστόρημα.
Το Show Business κυκλοφόρησε σήμερα από τις Εκδόσεις
Πατάκη – τον εκδοτικό μου οίκο, εδώ και 10 χρόνια, που, συμπτωματικά (;) ήταν
και ο εκδοτικός οίκος του Ντίνου.
Κατερίνα, Κώστα, ευχαριστώ πολύ.