Πιάνοντας το νήμα από το κείμενο της Δευτέρας, θα
ήθελα πολύ να συνεχίσω μόνο με καλές ειδήσεις. Όμως αυτό δεν γίνεται, γιατί τα
καλά σημερινά νέα πάνε πακέτο με κάποια χειρότερα.
Καλό νέο: κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις «Πυξίδα
της Πόλης-Πολιτιστική Εταιρεία Κρήτης» η τρίτη έκδοση της ποιητικής συλλογής
«Κάζοβαρ» του σπουδαίου μας ποιητή, δασκάλου και ανθρώπου Βαγγέλη Κακατσάκη. Οι
δύο πρώτες εκδόσεις είχαν κυκλοφορήσει το 1987 από τις εκδόσεις Φιλιππότη, και
το βιβλίο ήταν εκτός κυκλοφορίας εδώ και πάνω από δύο δεκαετίες.
Η «Κάζοβαρ» είναι μια συλλογή από αισθηματικά
πολιτικά ποιήματα, κι αν δεν έχετε ξανακούσει τις δύο λέξεις αυτές (αισθηματικά
και πολιτικά) να πηγαίνουν παρέα είναι επειδή: α) έχουμε αυτούς τους κυνικούς
πολιτικούς που έχουμε στην Ελλάδα, οπότε έχετε διδαχθεί εσφαλμένα το τι είναι
πολιτική, και β) δεν έχετε διαβάσει τον Βαγγέλη Κακατσάκη.
Η «Κάζοβαρ» είναι μια χώρα-σύμβολο, όπου
συνυπάρχουν οι χυδαίοι, οι αδύναμοι και οι φαέθοντες. Μια χώρα που μοιάζει πολύ,
ανατριχιαστικά θα έλεγε κανείς, με την δική μας. Αν σκεφτεί κανείς ότι το 1987,
πολύ πριν ακούσουμε τον σχετικό όρο στην πολιτική ζωή της Ελλάδας, ο Β.
Κακατσάκης μιλούσε για τους «κυρίους Τίποτα», αρχίζει να καταλαβαίνει τον λόγο
για τον οποίο η νέα κυκλοφορία της «Κάζοβαρ» είναι, ταυτόχρονα, καλό και κακό
νέο. Είναι καλό νέο επειδή παραμένει τόσο επίκαιρη, μοιάζει να γράφτηκε σήμερα.
Είναι κακό νέο για τον ίδιο ακριβώς λόγο. Όταν μια πολιτική ποιητική συλλογή
που δείχνει την τραγικότητα της εποχής της παραμένει εξίσου επίκαιρη τριάντα
χρόνια μετά, αυτό δείχνει την απόλυτη αποτυχία της χώρας. Δείχνει ότι οι
χυδαίοι της χώρας κέρδισαν τη μάχη απέναντι στους αδύναμους – όχι επειδή τους
κατατρόπωσαν, αλλά επειδή κατάφεραν να μετατρέψουν και αρκετούς από τους
αδύναμους σε χυδαίους.
Αν δεν έχετε διαβάσει την Κάζοβαρ, πρέπει να την
διαβάσετε. Για να δείτε πόσο ακίνητοι είμαστε, ως χώρα. Όχι για να
μελαγχολήσετε. Αλλά επειδή όταν συνειδητοποιείς την ακινησία, μπορείς να
αποφασίσεις συνειδητά να κινηθείς. Κλέβω, παρακάτω, μερικούς από τους στίχους
που εγώ αγάπησα πολύ από την συλλογή:
Όταν άφηνε η
μέρα
την τελευταία
της πνοή,
σταύρωσαν ένα
κυκλάμινο•
επειδή πολύ
αγάπησε την ομορφιά…
-----------------------
Απολογία
Αδυνάτων
Κι αφήσαμε και
τέντωσαν
το κορμί μας σε
προκρούστια κλίνη
οι ισχυροί της
μέρας,
με μόνο
αντάλλαγμα την ησυχία μας…
-----------------------
Δεν λυπηθήκαμε γιατί μαράθηκαν τα λουλούδια
-ξέραμε καλά ποιο θα’ ναι το τέλος τους -
Αλλά γιατί δε βρήκαμε χρόνο
ν’ απολαύσουμε την ομορφιά τους
Όλο «αύριο» λέγαμε.
-----------------------
Μια φορά τον χρόνο
Μου δίνουν το δικαίωμα
ν’ ανάβω φωτιά,
για να καίω τα όνειρα
που αγόραζα στο παζάρι
No comments:
Post a Comment